Cookie Consent by Free Privacy Policy Generator
Spectroom

ΥΠΑΤΙΑ η Αλεξανδρινή

Η Υπατία γεννήθηκε στην Αλεξάνδρεια μεταξύ του 355 και 370 μ.Χ. καθώς δεν είναι ιστορικά τεκμηριωμένη η ακριβής ημερομηνία. Πατέρας της ήταν ο Θέων, διακεκριμένος μαθηματικός και αστρονόμος, μελετητής του Πτολεμαίου και του Ευκλείδηꞏ καταγράφεται ως ο τελευταίος λόγιος διευθυντής της Βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας και του “Μουσείου” μέχρι την παύση της λειτουργίας τους, το 391 μ.Χ. Το Μουσείο1 περιλάμβανε διάφορες κτιριακές εγκαταστάσεις, κάτι αντίστοιχο με τα σημερινά Πανεπιστήμια.

Ο Θέων, προσέφερε στην Υπατία μια εξαιρετική παιδεία σε μαθηματικά και αστρονομία. Η ίδια σπούδασε στη νεοπλατωνική σχολή του Πλουτάρχου του Νεότερου και της κόρης του, Ασκληπιγένειας, στην Αθήνα, ενώ παρακολούθησε μαθήματα και στη σχολή του Πρόκλου. Σύμφωνα με μεταγενέστερες μαρτυρίες, ολοκλήρωσε τις σπουδές της στη σχολή του Ιεροκλή.

Επιστρέφοντας στην Αλεξάνδρεια, είχε πλέον γνώσεις Μαθηματικών, Αστρονομίας και Φιλοσοφίαςꞏ εκπαίδευση και προσόντα πολύ ανώτερα, σε σχέση με τις γυναίκες της κοινωνικής της τάξης. Στην αρχή συνεργάζεται με τον πατέρα της, αλλά η δίψα της για μάθηση, την οδηγούσε σε συνεχή εξέλιξη, σε σημείο να ξεπεράσει τον Θέωνα, ο οποίος της παραδίδει πλέον την Σχολή του.

Η Υπατία γίνεται πηγή έμπνευσης για διανοούμενους κι επιστήμονες. Οι ξεχωριστές πνευματικές αρετές της, το αίσθημα δικαιοσύνης, η ειλικρίνεια, η πνευματική τόλμη και το ηθικό της θάρρος, ήταν μερικές μόνο από τις αρετές, για τις οποίες όλοι την εκτιμούσαν. Γρήγορα, τ’ όνομά της έγινε συνώνυμο της σοφής και συνετής γυναίκας, καθιερώνοντάς την ως μια ισχυρή προσωπικότητα στον χώρο της διανόησης.

Η φήμη της εξαπλώνεται γρήγορα αλλά και πέρα από την Αλεξάνδρεια, προσελκύοντας μαθητές από όλη την αυτοκρατορία, με την επιρροή της να φτάνει μέχρι και στη σχολή της Αντιόχειας. Ο κύκλος των μαθητών της, περιλαμβάνει τόσο σπουδαστές από την Αλεξάνδρεια, όσο και από άλλα μέρη της Αιγύπτου, από τη Συρία, την Κυρήνη, την Κωνσταντινούπολη, ενώ οι περισσότεροι ανήκουν κυρίως σε εύπορες και ισχυρές οικογένειες.

Η Αλεξάνδρεια εκείνης της εποχής, ήταν μια πολυπολιτισμική πόλη, με χριστιανούς, Έλληνες κι Αιγύπτιους εθνικούς, εβραίους, βουδιστές μοναχούς και Ινδούς εμπόρους. Ελκυστική για φιλοσοφικές και επιστημονικές απόψεις, μια πόλη στην οποία χτυπούσε η καρδιά της διανόησης του ελληνικού πολιτισμού. Η Υπατία δεν έκανε διαχωρισμό στους μαθητές της. Μπορούσαν να είναι παγανιστές ή χριστιανοί, έχοντας όλοι το ίδιο ‘δικαίωμα’ λόγου, ενώ τους αντιμετώπιζε καθ’ όλα σαν ίσους.

Φορώντας την χλαμύδα των φιλοσόφων (ένδυμα που αντιπροσώπευε τον φιλοσοφικό τρόπο ζωής και την αφοσίωση στην αναζήτηση της αλήθειας και της σοφίας) και διατηρώντας τη νεοπλατωνική αγνότητα, δίδασκε δημόσια. Ήταν ελεύθερη να κυκλοφορεί, να συναντά ισχυρές προσωπικότητες, και να επισκέπτεται δημόσια και επιστημονικά ιδρύματα.

Η διδασκαλία της Υπατίας στηριζόταν στις φιλοσοφικές θεωρίες των νεοπλατωνικών Πορφύριου και Πλωτίνου (αποφεύγοντας εσκεμμένα τον Ιάμβλιχο, με πιο μυστικιστικές – παγανιστικές πρακτικές). Αυτή η φιλοσοφική προσέγγιση ήταν ιδανική για τους μαθητές της, αφού δεν ερχόταν σε αντίθεση με τις χριστιανικές τους πεποιθήσεις. Άλλωστε η Αλεξάνδρεια θεωρείται και γενέτειρα της χριστιανικής θεολογίας. Αυτή ήταν η πραγματική δύναμη της διδασκαλίας της Υπατίας, που την καθιέρωσε -για περίπου 30 χρόνια- σαν την κορυφαία στοχάστρια της Αλεξάνδρειας, αλλά και των αιώνων που ακολούθησαν.

Η Υπατία, όχι μόνο επηρέαζε αλλά συμμετείχε ενεργά στα πολιτικά δρώμενα της πόλης. Η ανάμειξή της, ενοχλούσε πολλές φορές τους πολιτικούς από όλες τις παρατάξεις. Παρά τις όποιες διαμαρτυρίες και τις πολλές συστάσεις, η Υπατία εξακολουθούσε να συμμετέχει στα συμβούλια και ουδέποτε δέχτηκε να αποσυρθεί από την ενεργό πολιτική.

Τόσο η Αλεξάνδρεια όσο και η υπόλοιπη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, διένυαν μια ρευστή κοινονικο-πολιτικο-θρησκευτική περίοδο, όπου δεν ευνοούνταν τα φιλελεύθερα πνεύματα, πόσο μάλλον αν επρόκειτο για κάποια γυναίκα, και μάλιστα, του βεληνεκούς της Υπατίας.

Έτσι, στην λίστα με τους απανταχού αντίπαλους του χριστιανισμού, μαζί με τους ειδωλολάτρες, εθνικούς, παγανιστές, κι εβραίους, προστίθενται και οι νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι. Μέσα σε αυτό το κλίμα θρησκευτικού φανατισμού και πολιτικών σκοπιμοτήτων, η λατρεία των εθνικών θεών καταδικάζεται από τους χριστιανούς, οι θυσίες απαγορεύονται και τα κειμήλια των ναών τους κατάσχονται.


Το 385 μ.Χ. ο Θεόφιλος γίνεται πατριάρχης της Αλεξάνδρειας. Με την ενθρόνισή του, ξεκινάνε ταραχές, καθώς η χριστιανική Εκκλησία προσπαθούσε να οικειοποιηθεί τους ειδωλολατρικούς ναούς. Ο Θεόφιλος, θέλησε να δώσει ένα χτύπημα στο Σεραπείο, που ήταν κάποτε το κέντρο λατρείας της Αλεξάνδρειας, ταυτόχρονα, με μια επίδειξη ισχύος του ανερχόμενου χριστιανικού καθεστώτος, που κέρδιζε συνεχώς έδαφος, σε όλη την Βυζαντινή Αυτοκρατορία.

Το 391 μ.Χ. οι χριστιανοί επιτίθονται και πολιορκούν το Σεραπείο, έχοντας αποκλείσει μέσα στον ναό, ένα πλήθος Αλεξανδρινών, διαφόρων εθνικοτήτων, οι οποίοι με την σειρά τους, αντεπιτίθενται στους χριστιανούς, από τα τείχη του ναού. Μέρος της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας -ότι είχε απομείνει από τις προηγούμενες καταστροφές- βρίσκονταν μέσα στον ευρύτερο χώρο του Σεραπείου.

Ο πατριάρχης Θεόφιλος, κατέφυγε στις πολιτικές και στρατιωτικές αρχές για βοήθεια, και με αυτοκρατορικό διάταγμα του Μέγα Θεοδόσιου Α’, οι πολιορκημένοι ειδωλολάτρες, διατάσσονται να εγκαταλείψουν το ναό.

Ένα μανιασμένο πλήθος φανατικών χριστιανών, παπάδων και καλογέρων, με επικεφαλής τον Πατριάρχη Αλεξάνδρειας Θεόφιλο, όρμησε στο πολιορκημένο συγκρότημα του αρχαίου ναού και το κατέλαβε, ισοπεδώνοντας στο πέρασμά του μια ιστορία σχεδόν 680 χρόνων. Ο ναός, η βιβλιοθήκη, τα έργα τέχνης και ότι άλλο υπήρχε, κάηκαν και καταστράφηκαν υπό τις κατάρες του μαινόμενου όχλου των χριστιανών. Το Σεραπείο κατόπιν, παραδόθηκε στην Εκκλησία, ενώ οι χριστιανοί που σκοτώθηκαν, ανακηρύχθηκαν μάρτυρες. Η Υπατία, δεν πήρε ενεργό μέρος στην υπεράσπιση του Σεραπείου, με τα επόμενα χρόνια να συνεχίζει χωρίς προβλήματα τις διδασκαλίες της.

Το 412 μ.Χ. διορίζεται αυτοκρατορικός έπαρχος στην Αλεξάνδρεια, ο Ορέστης, ο οποίος ήταν βαπτισμένος χριστιανός. Η Υπατία ασκούσε τεράστια επιρροή στους άρχοντες της Αλεξάνδρειας αλλά και της Μεσογείου. Ο Ορέστης, δεν αποτελούσε εξαίρεση, καθώς υπήρξε μαθητής και θαυμαστής της, ενώ διατηρούσε πολύ στενή σχέση μαζί της και την συμβουλευόταν σε πολιτικά ζητήματα.

Την ίδια περίοδο, ο πατριάρχης Θεόφιλος πεθαίνει, και αναλαμβάνει ο θεολόγος, δογματικός και αρχομανής Κύριλλος, ο ανιψιός του αποθανόντα Θεόφιλου, έχοντας θέσει ως στόχο, την εκδίωξη όλων των μη χριστιανών, από την πόλη.

Μέσα στο πλαίσιο αυτό, στοχοποιήθηκε και η επιστημονική κοινότητα, με την Εκκλησία να έχει απαγορεύσει τις συναθροίσεις τους. Ο Ορέστης, με ένα διάταγμά του ακύρωσε την απαγόρευση, τοποθετώντας έμμεσα την Υπατία στο επίκεντρο της διαμάχης τους.

Ο έπαρχος αντιδρούσε στις προσπάθειες του πατριάρχη, να σφετεριστεί εξουσίες της δημόσιας διοίκησης, με τις υποψίες τελικά να βαρύνουν την Υπατία, η οποία θεωρήθηκε ότι υποστήριζε αλλά και επηρέαζε τον Ορέστη.

Η εβραϊκή κοινότητα της Αλεξάνδρειας ήταν από τα θύματα της πολιτικής του Κυρίλλου, ο οποίος έβρισκε διάφορες αφορμές για να δημιουργεί επεισόδια, με αποτέλεσμα την έντονη αντίδραση του έπαρχου Ορέστη. Χριστιανοί κι εβραίοι, βρίσκονταν σε συνεχείς αντιπαραθέσεις και διαμάχες, που οδήγησαν σε αιματηρές συγκρούσεις, με απώλειες και των δύο πλευρών. Ο Ορέστης, κυρίως ως φιλόδοξος πολιτικός αλλά όχι φανατικός χριστιανός, προσπαθούσε να κρατάει τις ισορροπίες και την τάξη, πολλές φορές χωρίς επιτυχία.

Το 415 μ.Χ. η ένταση μεταξύ Κύριλλου και Ορέστη κορυφώθηκε, όταν ο Κύριλλος εξόρισε όλους τους εβραίους από την Αλεξάνδρεια, δημεύοντας τις περιουσίες τους στους χριστιανούς. Πεντακόσιοι φανατισμένοι μοναχοί, έφτασαν στην Αλεξάνδρεια, για να συμπαρασταθούν και να πολεμήσουν στο πλευρό του Κυρίλλου. Ο Αμμώνιος, ένας από αυτούς, προσπάθησε να σκοτώσει τον Ορέστη, πετώντας του μια πέτρα στο κεφάλι και τραυματίζοντάς τον. Η φρουρά τον συνέλαβε και τον θανάτωσε, οξύνοντας περισσότερο τις διαταραγμένες σχέσεις του Κυρίλλου με τον Ορέστη.

Η οργή του Κυρίλλου και των χριστιανών, για τον θάνατο του Αμμώνιου, στράφηκε στην Υπατία, θεωρώντας πάντα, ότι υποκινούσε και υποστήριζε τον Ορέστη. Ο Συνέσιος, παλιός μαθητής και φίλος της Υπατίας, επίσκοπος της Κυρηναϊκής Πεντάπολης, προσπάθησε να βοηθήσει στον συμβιβασμό του Κυρίλλου, του Ορέστη και της Υπατίας, χωρίς όμως αποτέλεσμα.

Η άσπιλη προσωπικότητα της Υπατίας, η αριστοκρατικής καταγωγής μαθητές της, που κατείχαν σημαντικά αξιώματα, και η ιδιαίτερη εκτίμηση που έχαιρε στην Αλεξάνδρεια, ενοχλούσαν τον Κύριλλο, που δεν μπορούσε να την κατηγορήσει ευθέως.

Υποστηριχτές του Κυρίλλου, διέδωσαν φήμες και την κατηγόρησαν για μαγεία… η οποία τιμωρούνταν πολύ αυστηρά από το νομικό σύστημα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.

Κατηγορήθηκε σαν μάγισσα, για την αστρονομία, την εφεύρεση του αστρολάβου, και πως “μάγεψε πολλούς με τα διαβολικά της τεχνάσματα”, με ένα από τα θύματά της, να θεωρείται και ο έπαρχος Ορέστης… Οι εκκλησιαστικοί προπαγανδιστές, δεν δίστασαν να κατηγορήσουν και τον πατέρα της, σαν επίσης “μάγο – αστρολόγο”.

Οι συκοφαντίες βρήκαν “ευήκοα ώτα”… κι έτσι, στις 8 Μαρτίου του 415 μ.Χ. μια ομάδα φανατισμένων, με επικεφαλής κάποιον Πέτρο (κάποιος εκκλησιαστικός δάσκαλος ή κληρικός κατώτερου βαθμού) εντοπίζουν την Υπατία καθώς επιστρέφει στο σπίτι της, και της επιτίθονται. Την σέρνουν στην εκκλησία του Καισάριου, την ξεγυμνώνουν και με θραύσματα αγγείων (όστρακα) γδέρνουν τις σάρκες της μέχρι θανάτου. Μετά διαμέλισαν το άψυχο κορμί της, μεταφέροντας τα κομμάτια του σ’ ένα μέρος που ονομάζονταν Κίναρον, όπου και τα έκαψαν…


Ο Σωκράτης ο Σχολαστικός, χριστιανός ιστορικός του 5ου αιώνα, γράφει 25 χρόνια μετά τον θάνατό της:

Αρχαίο κείμενο

«῏Ην τις γυνὴ ἐν τῇ Ἀλεξανδρείᾳ͵ τοὔνομα Ὑπατία· αὕτη Θέωνος μὲν τοῦ φιλοσόφου θυγάτηρ ἦν· ἐπὶ τοσοῦτον δὲ προὔβη παιδείας͵ ὡς ὑπερακοντίσαι τοὺς κατ΄ αὐτὴν φιλοσόφους͵ τὴν δὲ Πλατωνικὴν ἀπὸ Πλωτίνου καταγομένην διατριβὴν διαδέξασθαι͵ καὶ πάντα τὰ φιλόσοφα μαθήματα τοῖς βουλομένοις ἐκτίθεσθαι· διὸ καὶ οἱ πανταχόθεν φιλοσοφεῖν βουλόμενοι κατέτρεχον παρ΄ αὐτήν. Διὰ τὴν προσοῦσαν αὐτῇ ἐκ τῆς παιδεύσεως σεμνὴν παρρησίαν καὶ τοῖς ἄρχουσι σωφρόνως εἰς πρόσωπον ἤρχετο· καὶ οὐκ ἦν τις αἰσχύνη ἐν μέσῳ ἀνδρῶν παρεῖναι αὐτήν· πάντες γὰρ δι΄ ὑπερβάλλουσαν σωφροσύνην πλέον αὐτὴν ᾐδοῦντο καὶ κατεπλήττοντο.
Κατὰ δὴ ταύτης τότε ὁ φθόνος ὡπλίσατο· ἐπεὶ γὰρ συνετύγχανε συχνότερον τῷ Ὀρέστῃ͵ διαβολὴν τοῦτ΄ ἐκίνησε κατ΄ αὐτῆς παρὰ τῷ τῆς ἐκκλησίας λαῷ͵ ὡς ἄρα εἴη αὕτη ἡ μὴ συγχωροῦσα τὸν Ὀρέστην εἰς φιλίαν τῷ ἐπισκόπῳ συμβῆναι.
Καὶ δὴ συμφρονήσαντες ἄνδρες τὸ φρόνημα ἔνθερμοι͵ ὧν ἡγεῖτο Πέτρος τις ἀναγνώστης͵ ἐπιτηροῦσι τὴν ἄνθρωπον ἐπανιοῦσαν ἐπὶ οἰκίαν ποθέν· καὶ ἐκ τοῦ δίφρου ἐκβαλόντες͵ ἐπὶ τὴν ἐκκλησίαν ᾗ ἐπώνυμον Καισάριον συνέλκουσιν͵ ἀποδύσαντές τε τὴν ἐσθῆτα ὀστράκοις ἀνεῖλον· καὶ μεληδὸν διασπάσαντες͵ ἐπὶ τὸν καλούμενον Κιναρῶνα τὰ μέλη συνάραντες πυρὶ κατηνάλωσαν.
Τοῦτο οὐ μικρὸν μῶμον Κυρίλλῳ καὶ τῇ Ἀλεξανδρέων ἐκκλησίᾳ εἰργάσατο· ἀλλότριον γὰρ παντελῶς τῶν φρονούντων τὰ Χριστοῦ φόνοι καὶ μάχαι καὶ τὰ τούτοις παραπλήσια. Καὶ ταῦτα πέπρακται τῷ τετάρτῳ ἔτει τῆς Κυρίλλου ἐπισκοπῆς͵ ἐν ὑπατείᾳ Ὁνωρίου τὸ δέκατον͵ καὶ Θεοδοσίου τὸ ἕκτον͵ ἐν μηνὶ Μαρτίῳ͵ νηστειῶν οὐσῶν»

(Σωκράτης ο Σχολαστικός “Εκκλησιαστική Ιστορία”, βιβλίο Ζ΄, κεφάλαιο 15)

Και σε μετάφραση:

“Υπήρχε μια γυναίκα στην Αλεξάνδρεια, το όνομά της ήταν Υπατία. Ήταν η κόρη του φιλοσόφου Θέωνα. Είχε αποκτήσει μια τόσο υψηλή εκπαίδευση που ξεπέρασε ακόμα και τους φιλοσόφους που δίδασκαν εκείνη την εποχή.

Προέρχονταν από την πλατωνική σχολή του Πλωτίνου και παρέδιδε μαθήματα φιλοσοφίας για όποιον ενδιαφέρονταν. Έτσι, άνθρωποι από διάφορες περιοχές προσέρχονταν για να την ακούσουν και να διδαχθούν.

Λόγω της εξαιρετικής παιδείας της και της σεμνής συμπεριφοράς της, μπορούσε να εκφράζει με αυτοπεποίθηση τις απόψεις της, μπροστά στους ηγέτες της εκκλησίας, χωρίς να αισθάνεται μειονεκτικά ή ντροπή, που ήταν γυναίκα. Αυτό ήταν κάτι, που οι άντρες το σέβονταν ακόμη περισσότερο.

Ωστόσο, η συναναστροφή με τον Ορέστη, γέννησε τον φθόνο, καθώς διαδόθηκε η φήμη πως εκείνη ήταν η αιτία, που ο Ορέστης δεν συμφιλιώνονταν με τον Κύριλλο.

Κατόπιν, ένθερμοι φανατικοί, οδηγούμενοι από κάποιον Πέτρο, παρακολούθησαν την Υπατία καθώς γυρνούσε στο σπίτι της. Της επιτέθηκαν κατεβάζοντάς την από την άμαξα, και την έσυραν σε μια εκκλησία που λέγονταν Καισάρεια. Εκεί την ξεγύμνωσαν και με πήλινα όστρακα την έγδαραν μέχρι θανάτου. Έπειτα την διαμέλισαν και κατόπιν πήγαν τα κομμάτια σε ένα μέρος που λέγονταν Κινάρων, και τα έκαψαν.

Αυτή η πράξη αποτέλεσε ντροπή για τον Κύριλλο και την εκκλησία της Αλεξάνδρειας, καθώς ο φόνος και οι μάχες έρχονταν σε πλήρη αντίθεση με την διδασκαλία του Χριστού.

Αυτά τα γεγονότα συνέβησαν κατά το τέταρτο έτος της επισκοπής του Κυρίλλου, το δέκατο έτος του Ονώριου, και το έκτο έτος του Θεοδοσίου, κατά το μήνα Μάρτιο, κατά τη διάρκεια των νηστειών.”

Ο θάνατος της Υπατίας,  επίσπευσε το τέλος της Κλασσικής και Ύστερης Αρχαιότητας, αν και κατ’ άλλους ήταν η χαριστική βολή, πολύ πριν το 529 μ.Χ. όταν ο Ιουστινιανός έκλεισε οριστικά την Ακαδημία Πλάτωνος στην Αθήνα. Για τους αιώνες που θ’ ακολουθήσουν, οι επιστήμες σχεδόν σταματούν να εξελίσσονται, με την Ευρώπη να εισέρχεται στον σκοτεινό Μεσαίωνα. Η φρικιαστική κι αποτρόπαια δολοφονία της Υπατίας, οδήγησε στη φυγή πολλούς λόγιους και επιστήμονες, σηματοδοτώντας την αρχή του τέλους για την Αλεξάνδρεια, ως φάρου της γνώσης στον ύστερο αρχαίο κόσμο.


Ο Ορέστης, ζήτησε να ξεκινήσουν αμέσως έρευνες για το θάνατο της αγαπημένης του φίλης, οι οποίες όμως παρακωλύθηκαν επανειλημμένωςꞏ κάθε φορά, σταματούσαν μυστηριωδώς, λόγω… έλλειψης στοιχείων και μαρτύρων!… Εναντίον του Κυρίλλου, φαίνεται ότι κινήθηκαν μόνο οι δημοτικοί σύμβουλοι της Αλεξάνδρειας. Ο Ορέστης, παραιτήθηκε αργότερα και έφυγε από την Αλεξάνδρεια, ενώ ο Κύριλλος ισχυριζόταν ότι η Υπατία ήταν ζωντανή, και μάλιστα ότι ζούσε στην Αθήνα.

Ο Κύριλλος, αν και δεν αποδείχθηκε ποτέ ιστορικά, ότι διέταξε τον θάνατο της Υπατίας ή ότι είχε οποιαδήποτε άμεση σχέση με το τραγικό γεγονός, θεωρείται από την πλειοψηφία των ιστορικών, σαν ο ηθικός αυτουργός κι έμμεσος υπαίτιος για την δολοφονία της, δημιουργώντας και καλλιεργώντας το κατάλληλο κλίμα, φανατίζοντας το χριστιανικό όχλο εναντίον της, και κατηγορώντας την για μαγεία. Η Εκκλησία, μέχρι σήμερα, αρνείται κατηγορηματικά την οποιαδήποτε ανάμειξη του Κυρίλλου, στην δολοφονία της Υπατίας.

Από τα γραπτά του Κυρίλλου, μαθαίνουμε πως: θεωρούσε τη φιλοσοφία “ελληνιστική βλακεία” και πως πίστευε ότι: “η γυναίκα, υποταγμένη και παραδομένη στην υπακοή προς τον Θεό, οφείλει να αφοσιώνεται στη γέννηση παιδιών”.

Ο Κύριλλος, αναγορεύτηκε Πατέρας τους δόγματος της Χριστιανικής Τριάδας, και αγιοποιήθηκε από την χριστιανική Εκκλησία για το έργο και τον ζήλο τουꞏ τιμάται στις 18 Ιανουαρίου, ενώ τα τελευταία χρόνια η Ορθόδοξη Εκκλησία προσπάθησε να παρουσιάσει την Υπατία ως μια χριστιανή, που ήθελε… αλλά δεν πρόλαβε να βαπτιστεί…

Η Υπατία είναι η μόνη γυναίκα που αναφέρεται στην ιστορία της Αστρονομίας. Αν και γυναίκες Μαθηματικοί υπήρξαν αρκετές, σαν Φιλόσοφοι και Αστρονόμοι -και με την παιδεία της Υπατίας, δεν υπήρξε καμιά άλλη.

Στην ιστορία του πολιτισμού, καταγράφτηκε ως η πρώτη γυναίκα που δίδαξε δημόσια, και μάλιστα στο επιστημονικό πεδίο της υψηλής θετικής διανόησης, συμβολίζοντας την ελευθερία της σκέψης και του λόγου.

Οι λόγοι για να τιμήσουμε -και να εκτιμήσουμε- την Υπατία σαν Σύμβολο, είναι πολλοίꞏ όχι μόνο για το υψηλό επίπεδο διανόησης που κατέκτησε, αλλά κυρίως για την λαμπρή και επιβλητική προσωπικότητά της, τον ισχυρό χαρακτήρα και το παραδειγματικό ήθος της. Ήταν μία δυναμική, αποφασιστική γυναίκα, που δεν δίστασε να συγκρουστεί με τα κατεστημένα της εποχής της, προκειμένου να ακολουθήσει τον δύσκολο δρόμο της Αρετής και της ψυχής της.

Πλήρωσε με την ζωή της, το τίμημα της αγάπης της για την Γνώση και την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, ανεξαρτήτου φύλλου, χρώματος, καταγωγής ή θρησκείας. Η κληρονομιά της, θα παραμένει ζωντανή μέσα στους αιώνες, υπενθυμίζοντάς μας τη σημασία της ελευθερίας της σκέψης, της γνώσης, αλλά και τα ολέθρια αποτελέσματα της απληστίας για εξουσία, της μισαλλοδοξίας, και κάθε είδους φανατισμού.


  1. Στην αρχαία Ελλάδα, με τον όρο “Μουσείο”, δηλώνονταν και θεωρούνταν ένα κέντρο λατρείας των Μουσών, οι οποίες συμβόλιζαν την καλλιέργεια στις Τέχνες και στα Γράμματα, δηλαδή την Παιδεία γενικότερα και τις Επιστήμες.
    Τα Μουσεία, είχαν κανονικά ιερά με βωμούς, ανοιχτές στοές και περιβόλους, αλλά και εγκαταστάσεις μελέτης για όσους διέμεναν εκεί κάνοντας κάποια επιστημονική έρευνα.
    Πρότυπα για το Μουσείο Αλεξάνδρειας υπήρξαν η Ακαδημία του Πλάτωνος και το Λύκειον του Αριστοτέλους.
    Το Μουσείο της Αλεξάνδρειας υπήρξε, το αρχαιότερο στον κόσμο Κρατικό Κέντρο Ερευνών, στις θεωρητικές και στις εφαρμοσμένες επιστήμες. Συνδυάζοντας την έρευνα και την διδασκαλία, έγινε το πρότυπο, για ανάλογα ιδρύματα της αρχαιότητας αλλά και για τις μετέπειτα Ακαδημίες και τα Πανεπιστήμια του Μεσαίωνα, έως και την Αναγέννηση.
    Το Μουσείο περιλάμβανε Αστεροσκοπείο και εργαστήριο Ανατομίας, καθώς και ζωολογικό κήπο με σπάνια εξωτικά είδη, για τις αντίστοιχες θεματικές έρευνες. Φυσικά, από ένα τέτοιο Κέντρο Ερευνών, δεν μπορούσε να λείπει η Βιβλιοθήκη, η μετέπειτα γνωστή ως “Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας” που αποτελούσε μέρος του Μουσείου. ↩︎


Βαθμολογήστε το άρθρο. Τα "καλύτερα" θα δημοσιευτούν στο "IRIS Magazine"

(Περιοδική ηλεκτρονική έκδοση, με τις δικές σας επιλογές)

Λυπούμαστε που δεν μείνατε ικανοποιημένοι από το άρθρο.

Μπορείτε όμως να μας βοηθήστε, να γίνουμε καλύτεροι!

Πείτε μας, τί θα θέλατε να βελτιώσουμε;


Όλα τα νέα📄άρθρα, στο email 📩σου!

Ενημερωθείτε πρώτοι για νέες δημοσιεύσεις! 

Το "IRIS Magazine" είναι ένα ηλεκτρονικό περιοδικό, που μπορείτε να λαμβάνετε εντελώς δωρεάν στο email σας. Περιλαμβάνει τα δημοφιλέστερα άρθρα του Spectroom, απ' όλο το φάσμα των θεματικών κατηγοριών, με επιλογές των αναγνωστών μας και της Συντακτικής Ομάδας.

Αν επιθυμείτε να γίνετε συνδρομητές του IRIS Magazine, επιλέξτε:

Σεβόμαστε την ιδιωτικότητά σας. Διαβάστε σχετικά με την "Πολιτική Απορρήτου" εδώ.

Team Spectroom

"Γράψε κάτι, που αξίζει να διαβαστεί
ή κάνε κάτι, που αξίζει να γραφτεί..."

(Βενιαμίν Φραγκλίνος)

Άφησε ένα σχόλιο...

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Update cookies preferences